Ετυμολογία

επεξεργασία
μέχρι νεοτέρας < μέχρι + γενική θηλυκού του νεότερος. Εννοείται η λέξη διαταγή: «μέχρι νεοτέρας διαταγής»

  Έκφραση

επεξεργασία

μέχρι νεοτέρας

Άλλες γραφές

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία