Δείτε επίσης: Μέλπω

  Ετυμολογία

επεξεργασία
μέλπω < αρχαία ελληνική μέλπω

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈmel.po/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μέλ‐πω

μέλπω, πρτ.: έμελπα, αόρ.: έμελψα (χωρίς παθητική φωνή)

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία



ζητούμενο λήμμα