λιμένα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαλιμένα
- λιμένας στην αιτιατική και κλητική ενικού
- λιμήν στην αιτιατική και κλητική ενικού (όχι το αρχαιόκλιτο)
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαλιμένα
→ δείτε τη λέξη λιμήν