Ετυμολογία

επεξεργασία
λαΐνα < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

λαΐνα θηλυκό

Συνώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία
  • λαΐνι (μικρότερο σε μέγεθος)
  • μεθύρα (μεγαλύτερη σε μέγεθος)
  • μεθύρι (μικρότερο της μεθύρας αλλά μεγαλύτερο της λαΐνας)
  • σιφούνι (επιτραπέζιο μικρό κανάτι}

  Μεταφράσεις

επεξεργασία