λαοτινά
(Ανακατεύθυνση από λάο)
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- λαοτινά < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου λαοτινός στον πληθυντικό
Ουσιαστικό
επεξεργασία
λαοτινά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
Σημειώσεις
επεξεργασία- κωδικός γλώσσας: lo