Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κόρτε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Παράγωγα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
κόρτε
<
από την ιταλική φράση
fare la corte <
(
άμεσο δάνειο
)
ιταλική
corte
(πριγκιπική ακολουθία, αυλή)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κόρτε
ουδέτερο
άκλιτο
(
παρωχημένο
)
φλερτ
,
ερωτοτροπία
Παράγωγα
επεξεργασία
κορτάκιας
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κόρτε