Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία επεξεργασία

κόντα < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

κόντα θηλυκό

  1. καταληκτικό τμήμα σύνθεσης-μουσικού κομματιού (κυρίως σονάτας)
  2. (μεταφορικά) ο επίλογος

  Μεταφράσεις επεξεργασία