κλαουρίζω
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίακλαουρίζω
- (λαϊκότροπο) άλλη μορφή του κλαψουρίζω
Κλίση
επεξεργασία Ενεργητική φωνή
Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | κλαουρίζω | κλαούριζα | θα κλαουρίζω | να κλαουρίζω | κλαουρίζοντας | |
β' ενικ. | κλαουρίζεις | κλαούριζες | θα κλαουρίζεις | να κλαουρίζεις | κλαούριζε | |
γ' ενικ. | κλαουρίζει | κλαούριζε | θα κλαουρίζει | να κλαουρίζει | ||
α' πληθ. | κλαουρίζουμε | κλαουρίζαμε | θα κλαουρίζουμε | να κλαουρίζουμε | ||
β' πληθ. | κλαουρίζετε | κλαουρίζατε | θα κλαουρίζετε | να κλαουρίζετε | κλαουρίζετε | |
γ' πληθ. | κλαουρίζουν(ε) | κλαούριζαν κλαουρίζαν(ε) |
θα κλαουρίζουν(ε) | να κλαουρίζουν(ε) | ||
Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
α' ενικ. | κλαούρισα | θα κλαουρίσω | να κλαουρίσω | κλαουρίσει | ||
β' ενικ. | κλαούρισες | θα κλαουρίσεις | να κλαουρίσεις | κλαούρισε | ||
γ' ενικ. | κλαούρισε | θα κλαουρίσει | να κλαουρίσει | |||
α' πληθ. | κλαουρίσαμε | θα κλαουρίσουμε | να κλαουρίσουμε | |||
β' πληθ. | κλαουρίσατε | θα κλαουρίσετε | να κλαουρίσετε | κλαουρίστε | ||
γ' πληθ. | κλαούρισαν κλαουρίσαν(ε) |
θα κλαουρίσουν(ε) | να κλαουρίσουν(ε) | |||
Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | |
α' ενικ. | έχω κλαουρίσει | είχα κλαουρίσει | θα έχω κλαουρίσει | να έχω κλαουρίσει | ||
β' ενικ. | έχεις κλαουρίσει | είχες κλαουρίσει | θα έχεις κλαουρίσει | να έχεις κλαουρίσει | ||
γ' ενικ. | έχει κλαουρίσει | είχε κλαουρίσει | θα έχει κλαουρίσει | να έχει κλαουρίσει | ||
α' πληθ. | έχουμε κλαουρίσει | είχαμε κλαουρίσει | θα έχουμε κλαουρίσει | να έχουμε κλαουρίσει | ||
β' πληθ. | έχετε κλαουρίσει | είχατε κλαουρίσει | θα έχετε κλαουρίσει | να έχετε κλαουρίσει | ||
γ' πληθ. | έχουν κλαουρίσει | είχαν κλαουρίσει | θα έχουν κλαουρίσει | να έχουν κλαουρίσει |
|
Μεταφράσεις
επεξεργασία κλαουρίζω
|