Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κλήτευσις
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
κλήτευσις
<
κλητεύ(ω)
+
-σις
<
κλητός
<
καλώ
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κλήτευσις
θηλυκό
(
καθαρεύουσα
)
κλήτευση