Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

κιλοβάτ < γαλλική (λόγιο) kilowatt < kilo- (< χιλιο-)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

κιλοβάτ ουδέτερο άκλιτο

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία