Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κιλοβάτ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
κιλοβάτ
<
γαλλική
(λόγιο)
kilowatt
<
kilo-
(<
χιλιο-
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κιλοβάτ
ουδέτερο
άκλιτο
μονάδα
ισχύος
ίση με 1000
βατ
Συγγενικά
επεξεργασία
κιλοβατώρα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κιλοβάτ
αγγλικά
:
kilowatt
(en)
γαλλικά
:
kilowatt
(fr)