Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ciˈɾi.so.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κη‐ρύσ‐σο‐μαι
ομόηχο: κηρύσσομε

  Ρήμα επεξεργασία

κηρύσσομαι, π.αόρ.: κηρύχτηκα/κηρύχθηκα, μτχ.π.π.: κηρυγμένος, (ενεργ.: κηρύσσω)

Άλλες μορφές επεξεργασία