καταχωρούμαι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ka.ta.xoˈɾu.me/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κα‐τα‐χω‐ρού‐μαι
- ομόηχο: καταχωρούμε
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
καταχωρούμαι
- παθητική φωνή του ρήματος καταχωρώ
Δείτε επίσης : καταχωροῦμαι |
καταχωρούμαι