καλλίμορφων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
καλλίμορφων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του καλλίμορφος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του καλλίμορφος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του καλλίμορφος
καλλίμορφων