Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /kaˈka.u/

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

κακάου

  • (σπάνιο) γενική ενικού του κακάο
    Ορισμένοι όμως ειδικοί της αγοράς εκφράζουν φόβο ότι η γευστική αυτή απόλαυση μπορεί σε λίγα χρόνια να καταστεί πανάκριβη για τον μέσο καταναλωτή. Την αιτία αναζητήστε την κάπου στην Αφρική: η παραγωγή κακάου στη Δυτική Μαύρη Ηπειρο συνεχώς μειώνεται, λόγω νέων ασθενειών από τις οποίες προσβάλλονται τα κακαόδεντρα και της μη αναπλήρωσης των γερασμένων δένδρων. Το αποτέλεσμα; Η τιμή του κακάου σημειώνει αλλεπάλληλα ρεκόρ όλων των εποχών. (*)