Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

κάμπινγκ < (λόγιο δάνειο) αγγλική camping[1] με μεταγραφή ⟨ng⟩ > ⟨νγκ⟩ σε ξενική λέξη για την αποφυγή της προφοράς [g] < camp

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈkam.piŋ/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κάμ‐πινγκ
 
κάμπινγκ για τροχόσπιτα

  Ουσιαστικό επεξεργασία

κάμπινγκ ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία