ιατρεμένων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος μετοχής επεξεργασία
ιατρεμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του ιατρεμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του ιατρεμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ιατρεμένος
ιατρεμένων