Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ζάχρυσος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ζάχρυσος
<
ζα
(
επιτατικό
μόριο) και
χρυσός
Επίθετο
επεξεργασία
ζάχρυσος, ος, ον
μέσα στο
χρυσάφι
,
ολόχρυσος
, πλούσιος σε χρυσό