εἰς ὄνου πόκας
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίαεἰς ὄνου πόκας
- (μεταφορικά) σε μέρος που κουρεύουν τα γαϊδούρια, δηλαδή πουθενά
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοφάνης, Βάτραχοι, στίχ. 186 (185-187)
- τίς εἰς ἀναπαύλας ἐκ κακῶν καὶ πραγμάτων; | τίς εἰς τὸ Λήθης πεδίον, ἢ ᾽ς Ὀνουπόκας, | ἢ ᾽ς Κερβερίους, ἢ ᾽ς κόρακας, ἢ ᾽πὶ Ταίναρον;
- Ποιός για τα Ησυχαστήρια, από μπελάδες και σκοτούρες μακριά; | Ποιός για τον Κάμπο της Λησμονιάς; Ποιός είναι για τον τόπο της Γαϊδουροκουράς, | για τους Κερβέριους, ή για το Ταίναρο, ή για τα Κοράκια;
- Μετάφραση (1967): Θρασύβουλος Σταύρου, Αθήνα:Τυποβιβλιοτεχνική @greek‑language.gr
- τίς εἰς ἀναπαύλας ἐκ κακῶν καὶ πραγμάτων; | τίς εἰς τὸ Λήθης πεδίον, ἢ ᾽ς Ὀνουπόκας, | ἢ ᾽ς Κερβερίους, ἢ ᾽ς κόρακας, ἢ ᾽πὶ Ταίναρον;
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοφάνης, Βάτραχοι, στίχ. 186 (185-187)
Πηγές
επεξεργασία- πόκος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- πόκος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.