εξωτερικός σύνδεσμος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εξωτερικός σύνδεσμος < → δείτε τις λέξεις εσωτερικός και σύνδεσμος, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική external link
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαεξωτερικός σύνδεσμος
- (διαδίκτυο) υπερσύνδεσμος που συνδέεται με έναν άλλο ιστότοπο (website) ή τομέα (domain)
Αντώνυμα
επεξεργασίαΥπερώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία εξωτερικός σύνδεσμος