Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εντωμεταξύ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίρρημα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
εντωμεταξύ
<
αρχαία ελληνική
ἐν
τῷ
μεταξύ
(
χρόνῳ
)
Επίρρημα
επεξεργασία
εντωμεταξύ
στο χρονικό
διάστημα
που μεσολαβεί, στο
μεταξύ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εντωμεταξύ
αγγλικά
:
meanwhile
(en)
γαλλικά
:
entre-temps
(fr)