ενσυναίσθητων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαενσυναίσθητων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του ενσυναίσθητος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του ενσυναίσθητος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ενσυναίσθητος