Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ενιδρύω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ενιδρύω
<
αρχαία ελληνική
ἐνιδρύω
Ρήμα
επεξεργασία
ενιδρύω
(
αρχαιοπρεπές
)
εγκαθιδρύω
,
εγκαθιστώ
,
θεμελιώνω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ενιδρύω
→
δείτε
τις λέξεις
εγκαθιδρύω
,
εγκαθιστώ
και
θεμελιώνω