εμπορευόμενων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίαεμπορευόμενων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του εμπορευόμενος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του εμπορευόμενος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του εμπορευόμενος