εκτενώς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- εκτενώς < → λείπει η ετυμολογία
Επίρρημα
επεξεργασία
εκτενώς λεπτομερώς, σε έκταση, σε μάκρος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εκτενώς
|