Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εκμέκ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
Ετυμολογία
επεξεργασία
εκμέκ
< (
άμεσο δάνειο
)
τουρκική
ekmek
(
ψωμί
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
εκμέκ
ουδέτερο
άκλιτο
(
γλυκό
) είδος σιροπιαστού
γλυκού
του ταψιού
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εκμέκ