Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εκδικάζω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
Ετυμολογία
επεξεργασία
εκδικάζω
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ρήμα
επεξεργασία
εκδικάζω
διεξάγω
τη διαδικασία μιας δίκης από την αρχή ως το τέλος της
Συνώνυμα
επεξεργασία
δικάζω
Συγγενικά
επεξεργασία
εκδίκαση
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εκδικάζω
γαλλικά
:
passer
(fr)
en
jugement
(fr)