Ετυμολογία

επεξεργασία
δῑφάω < προελληνική [1]

δῑφάω/δῑφῶ (μόνο στον ενεστώτα)

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Παράγωγα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία