→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία

επεξεργασία
διπλή δίεση < → δείτε τη λέξη  διπλός, δίεση

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

διπλή δίεση θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία