διεπαφή γραμμής εντολής
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- → δείτε τις λέξεις διεπαφή, γραμμή και εντολή, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική command-line interface
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
διεπαφή γραμμής εντολής
- (πληροφορική) ή διεπαφή, όπου οι εντολές δίδονται γραμμή-γραμμή σε διαδοχικές αναμονές (prompt) του υπολογιστή, με τη χρήση αποκλειστικά πληκτρολογίου και οθόνης
Μεταφράσεις επεξεργασία
διεπαφή γραμμής εντολής