διαλυμένων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίαδιαλυμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του διαλυμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του διαλυμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του διαλυμένος
διαλυμένων