δεκαπλασιασμένων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος μετοχής επεξεργασία
δεκαπλασιασμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του δεκαπλασιασμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του δεκαπλασιασμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του δεκαπλασιασμένος