δακτυλογραφούμαι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαδακτυλογραφούμαι
- παθητική φωνή του ρήματος δακτυλογραφώ
- ※ Η Διδακτορική Διατριβή δακτυλογραφείται σε γραμματοσειρά Calibri, μεγέθους 12pt, καθώς και μονό διάστιχο. (www.dent.uoa.gr)
- ※ Η επιστολή αυτή ήρχισε να δακτυλογραφείται στις 30 Αυγούστου και δυστυχώς από φόρτου εργασίας της δακτυλογράφου εστάλη την επαύριον του θανάτου του. (ΣτΕ: το τελευταίο «του» εννοεί «του μεγάλου καλλιτέχνη και προσφιλούς θείου σας», κείμενο που αναφέρεται στην αρχή της επιστολής) (Συλλυπητήρια επιστολή του Στρατή Δούκα προς την Ειρήνη Χαλεπά 19/9/1938, [1])
Κλίση
επεξεργασία Παθητική φωνή
Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | δακτυλογραφούμαι | δακτυλογραφούμουν | θα δακτυλογραφούμαι | να δακτυλογραφούμαι | ||
β' ενικ. | δακτυλογραφείσαι | δακτυλογραφούσουν | θα δακτυλογραφείσαι | να δακτυλογραφείσαι | ||
γ' ενικ. | δακτυλογραφείται | δακτυλογραφούνταν | θα δακτυλογραφείται | να δακτυλογραφείται | ||
α' πληθ. | δακτυλογραφούμαστε | δακτυλογραφούμασταν δακτυλογραφούμαστε |
θα δακτυλογραφούμαστε | να δακτυλογραφούμαστε | ||
β' πληθ. | δακτυλογραφείστε | δακτυλογραφούσασταν δακτυλογραφούσαστε |
θα δακτυλογραφείστε | να δακτυλογραφείστε | δακτυλογραφείστε | |
γ' πληθ. | δακτυλογραφούνται | δακτυλογραφούνταν | θα δακτυλογραφούνται | να δακτυλογραφούνται | ||
Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
α' ενικ. | δακτυλογραφήθηκα | θα δακτυλογραφηθώ | να δακτυλογραφηθώ | δακτυλογραφηθεί | ||
β' ενικ. | δακτυλογραφήθηκες | θα δακτυλογραφηθείς | να δακτυλογραφηθείς | δακτυλογραφήσου | ||
γ' ενικ. | δακτυλογραφήθηκε | θα δακτυλογραφηθεί | να δακτυλογραφηθεί | |||
α' πληθ. | δακτυλογραφηθήκαμε | θα δακτυλογραφηθούμε | να δακτυλογραφηθούμε | |||
β' πληθ. | δακτυλογραφηθήκατε | θα δακτυλογραφηθείτε | να δακτυλογραφηθείτε | δακτυλογραφηθείτε | ||
γ' πληθ. | δακτυλογραφήθηκαν δακτυλογραφηθήκαν(ε) |
θα δακτυλογραφηθούν(ε) | να δακτυλογραφηθούν(ε) | |||
Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | έχω δακτυλογραφηθεί | είχα δακτυλογραφηθεί | θα έχω δακτυλογραφηθεί | να έχω δακτυλογραφηθεί | δακτυλογραφημένος | |
β' ενικ. | έχεις δακτυλογραφηθεί | είχες δακτυλογραφηθεί | θα έχεις δακτυλογραφηθεί | να έχεις δακτυλογραφηθεί | ||
γ' ενικ. | έχει δακτυλογραφηθεί | είχε δακτυλογραφηθεί | θα έχει δακτυλογραφηθεί | να έχει δακτυλογραφηθεί | ||
α' πληθ. | έχουμε δακτυλογραφηθεί | είχαμε δακτυλογραφηθεί | θα έχουμε δακτυλογραφηθεί | να έχουμε δακτυλογραφηθεί | ||
β' πληθ. | έχετε δακτυλογραφηθεί | είχατε δακτυλογραφηθεί | θα έχετε δακτυλογραφηθεί | να έχετε δακτυλογραφηθεί | ||
γ' πληθ. | έχουν δακτυλογραφηθεί | είχαν δακτυλογραφηθεί | θα έχουν δακτυλογραφηθεί | να έχουν δακτυλογραφηθεί |
Μεταφράσεις
επεξεργασία δακτυλογραφούμαι
|
Πηγές
επεξεργασία- δακτυλογραφώ - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- δακτυλογραφούμαι - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)