γουέστερν
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- γουέστερν < απροσάρμοστο (λόγιο δάνειο) αγγλική western (κυριολεκτικά: δυτικός) [1][2]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈwu̯esteɾn/ με προσέγγιση προς την προφορά όπως στα αγγλικά → δείτε τη λέξη western
Ουσιαστικό
επεξεργασίαγουέστερν ουδέτερο άκλιτο
- (κινηματογράφος) κινηματογραφικό έργο με καουμπόιδες
Πολυλεκτικοί όροι
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία γουέστερν
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ γουέστερν - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ γουέστερν - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)