Ετυμολογία

επεξεργασία
γητεύω < λείπει η ετυμολογία

γητεύω

  1. μαγεύω, κάνω μάγια, κάνω γητειές
  2. (μεταφορικά) μαγεύω, γοητεύω

  Μεταφράσεις

επεξεργασία