Το περιεχόμενο αυτής της σελίδας χρειάζεται αναθεώρηση. Μπορείτε να βρείτε ή να αφήσετε σχόλια στη σελίδα συζήτησης «γαρμπόζος».
Αναθεώρηση : Σημείωση προς εξέταση: Το Ιταλικό garbo σημαίνει άγουρο και μεταφορικά ξυνό. Την ίδια χρήση έχει η λέξη στα Κερκυραϊκά σημαίνει αυτό ακριβώς που υπονοεί η λαϊκή ρήση "του/της αρέσουν τα ξυνά". Αρα garboso σημαίνει "γυναικάς".

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

γαρμπόζος < γάρμπο / γάρμπος

  Επίθετο επεξεργασία

γαρμπόζος

  1. κομψός, φινετσάτος
  2. (στην Κέρκυρα) ερωτύλος

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία