Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
γάρμπος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
γάρμπος
<
ιταλική
garbo
Ουσιαστικό
επεξεργασία
γάρμπος
και
γάρμπο
ουδέτερο
η
κομψότητα
, η
χάρη
, η καλή
εφαρμογή
Συγγενικά
επεξεργασία
άγαρμπος
γαρμπόζος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
γάρμπος
αγγλικά
:
elegance
(en)
ισπανικά
:
garbo
(es)
πολωνικά
:
wdzięk
(pl)
,
gracja
(pl)