Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
γίγνεται
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
γίγνεται
β΄
πρόσωπο
ενικού
οριστικής
ενεστώτα
του
γίγνομαι
Δείτε επίσης
επεξεργασία
γίνεται