βρομόστομων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
βρομόστομων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του βρομόστομος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του βρομόστομος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του βρομόστομος
βρομόστομων