βρεφονηπιακά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαβρεφονηπιακά < βρεφονηπιακός
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαβρεφονηπιακά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του βρεφονηπιακό
βρεφονηπιακά < βρεφονηπιακός
βρεφονηπιακά