Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
βατότης
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
βατότης
<
βατ(ός)
+
-ότης
Ουσιαστικό
επεξεργασία
βατότης
θηλυκό
(
καθαρεύουσα
)
βατότητα