Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αὐχμήεις < αὐχμός

  Επίθετο επεξεργασία

αὐχμήεις,εσσα, εν

  1. ρυπαρός, βρώμικος, άλουστος
  2. ξηρός, άνυδρος, τραχύς

Συγγενικά επεξεργασία