Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αυτοτροφοδοτούμαι < αυτο- + τροφοδοτούμαι

  Ρήμα επεξεργασία

αυτοτροφοδοτούμαι

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία