Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αυτοεξολοθρεύομαι < αυτο- + εξολοθρεύομαι

  Ρήμα επεξεργασία

αυτοεξολοθρεύομαι

Συνώνυμα επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία