αρνιούμαι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αρνιούμαι < αρχαία ελληνική ἀρνοῦμαι → και δείτε τη λέξη αρνούμαι • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /aɾˈɲu.me/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αρ‐νιού‐μαι
Ρήμα
επεξεργασίααρνιούμαι (αποθετικό ρήμα), αρνιέμαι και αρνούμαι
- άλλη μορφή του αρνούμαι
Σύνθετα
επεξεργασία- απαρνιούμαι (και απαρνιέμαι, απαρνούμαι)
Κλίση
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- αρνούμαι, αρνιούμαι - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας