από γεννησιμιού
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- από γεννησιμιού < → δείτε τις λέξεις από και γεννησιμιού
Έκφραση επεξεργασία
από γεννησιμιού
- (λαϊκότροπο) από τη στιγμή της γέννησης
- έτσι είναι αυτός, αντάρτης από γεννησιμιού του
- άλλες μορφές: από γεννησιμιό (σπάνιο)
Συνώνυμα επεξεργασία
- εκ γενετής (λόγιο)
- απ' τη μάνα του (λαϊκότροπο)
- από τα γεννητάτα του (δημοτική)
Μεταφράσεις επεξεργασία
από γεννησιμιού
|