Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

απογευματινός τύπος < → δείτε τις λέξεις απογευματινός και τύπος

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

απογευματινός τύπος αρσενικό

  • οι εφημερίδες που κυκλοφορούν στα περίπτερα συνήθως μετά τις 11:00, σε αντίθεση με αυτές που κυκλοφορούν νωρίς το πρωί και αποκαλούνται πρωινός τύπος

  Μεταφράσεις επεξεργασία