απίστομα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- απίστομα < μεσαιωνική ελληνική επίστομα < αρχαία ελληνική ἐπί στόμα
Επίρρημα
επεξεργασίααπίστομα
- (λαϊκότροπο) άλλη μορφή του επίστομα: μπρούμυτα
Μεταφράσεις
επεξεργασία απίστομα
|
απίστομα
|