Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /aˈpe.ti.sa/
ομόηχο: απαίτησα

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

απέτισα

  1. α' ενικό οριστικής αορίστου του ρήματος αποτίω
  2. α' ενικό οριστικής αορίστου του ρήματος αποτίνω