αντισταθμιστικά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αντισταθμιστικά < αντισταθμιστικός
Επίρρημα επεξεργασία
αντισταθμιστικά
- με αντισταθμιστικό τρόπο
Μεταφράσεις επεξεργασία
αντισταθμιστικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
αντισταθμιστικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αντισταθμιστικό