Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αναπιάνω < (ελληνιστική κοινήἀναπιέζω

  Ρήμα επεξεργασία

αναπιάνω

  1. πιάνω, παίρνω, κρατώ
  2. αρχίζω
  3. (ανα)ζυμώνω

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία